Σήμερα, που το ημερολόγιο δείχνει Τρίτη και 13 του 2020 (φυλάγετε τα ρούχα σας καλού κακού, διανύουμε περίεργους καιρούς), είναι και η μέρα που θα ζήσουμε να δούμε τον Άρη πιο φωτεινό από κάθε άλλη φορά στο νυχτερινό ουρανό.
Αυτά τα αστρονομικά φαινόμενα πολύ μας ενθουσιάζουν, αρκεί βέβαια μαζί με τις υπόλοιπες συγκυρίες, να μη σημαίνουν ακόμα πιο δύσκολη μέρα. Από πού να πρωτοφυλαχθούμε πχια;!
Ας ελπίσουμε λοιπόν να έρχεται με φιλικές διαθέσεις το εν λόγω φαινόμενο, όπως επίσης ο καιρός να μην πάθει ξανά κρίση ταυτότητας μετά από αυτό που ζήσαμε τη χθεσινή νύχτα και να μας επιτρέψει να απολαύσουμε την εικόνα όλο το βράδυ. Κρίνοντας πάντως από τους ειδικούς, μπορείτε ελεύθερα να ξεκινήσετε τα κανονίσματα σε ταράτσες και λόφους.
Με προσοχή πάντα, διότι πέρα από τον κίνδυνο που ονομάζεται 2020, είναι και η μέρα τέτοια που μας κάνει να νιώθουμε μια ανασφάλεια παραπάνω. Πείτε μας προληπτικούς, αλλά μετά από αυτή την επεισοδιακή χρονιά, δικαιολογούμαστε!
Ξεπερνώντας κάθε φόβο λοιπόν, απόψε θα έχετε την ευκαιρία να διακρίνετε τον Άρη λίγο καλύτερα, σαν ένα λαμπερό άστρο σε νοτιοανατολική κατεύθυνση στον ουρανό, καθώς θα είναι φωτεινότερος και μεγαλύτερος λόγω του φαινομένου που ονομάζεται «αντίθεση».
Κατά τη διάρκεια αυτού, ο κόκκινος πλανήτης θα βρεθεί ακριβώς απέναντι από τον Ήλιο, με τη Γη ευθυγραμμισμένη στην ίδια πλευρά ανάμεσα στον Άρη και στο μητρικό άστρο μας.
Μάλιστα, θα είναι ο φωτεινότερος και ο μεγαλύτερος Άρης που θα υπάρξει ποτέ για τα επόμενα 15 χρόνια, έως το 2035. Κι επειδή ποτέ δεν ξέρεις πού θα βρισκόμαστε μέχρι τότε, ας το απολαύσουμε σήμερα.
Ενώ σε περίπτωση που δεν το ξέρατε, πριν λίγες ημέρες, στις 6 Οκτωβρίου συγκεκριμένα, οι τροχιές της Γης και του Άρη έφεραν τους δύο πλανήτες στην κοντινότερη προσέγγισή τους, σε απόσταση… 62,07 εκατομμυρίων χιλιομέτρων. Δυο βήματα δηλαδή.
Το ρεκόρ των τελευταίων 60.000 ετών ήταν η απόσταση μόλις 56 εκατ. χλμ. το 2003, ενώ ακόμη και σε αντίθεση, η απόσταση Γης – Άρη μπορεί να είναι αρκετά μεγάλη, όπως πάνω από 100 εκατ. χλμ. το 2012 (η διακύμανση της απόστασης οφείλεται στο ότι και οι δύο πλανήτες έχουν ελλειπτικές τροχιές).