Σύμφωνα με τη Βικιπαίδεια, η δεύτερη ετυμολογία (η πρώτη δεν μας ενδιαφέρει) που δίνεται στο επίθετο «άναρχος», είναι η εξής: «χωρίς αρχές και ρέγουλα, χωρίς κανόνες, όχι όμως με την έννοια του αναρχισμού, αλλά με την έννοια του απρογραμμάτιστου». Όλα καλά μέχρι εδώ; Ναι.
Το αστείο κι ανορθόδοξο της σημερινής υπόθεσης, είναι πως οι πολίτες, κυριολεκτικά, μισούν οτιδήποτε παραπέμπει ή θυμίζει αναρχία, το περιθωριοποιούν και το στιγματίζουν. Μένουν στην πολιτική ή κομματική υπόσταση της λέξης και ξεχνούν την ετυμολογική ανάλυση της λέξης.
Άναρχος. Χωρίς αρχές, κανόνες, νόμους.
Κοίτα να δεις φίλε «ώριμε» 40άρη-30άρη-20άρη, εργαζόμενε/άνεργε/φοιτητή, πώς θα σου χρειαστεί η αναρχία στη ζωή σου. Αυτήν την στιγμή, γράφω στα ελληνικά κι απευθύνομαι σε όσους με διαβάζουν (αν με διαβάζουν) και γνωρίζουν τη γλώσσα. Κι όμως, λίγοι θα καταλάβουν το νόημα. Πώς μπορεί η κοινή μας διάλεκτος να μας δημιουργήσει σύγχυση; Πύργος της Βαβέλ το σημερινό άρθρο.
Ως ευσυνείδητα και καθωσπρέπει στρατιωτάκια, μάθαμε να βάζουμε πάντα όρια και συρματοπλέγματα. Στους κανόνες, στις δυνάμεις μας, στα θέλω, στα πρέπει, στα συναισθήματα, στη συμπεριφορά. Τώρα «πρέπει» να γελάσω, τώρα «δεν πρέπει» να κλάψω. Συνθήκες θεάτρου φίλοι και φίλες. Ο (άγραφος) κανόνας λέει πως σε μια σχέση, πρέπει τα δώρα να είναι ακριβά, διότι συμβολίζει – αν είναι δυνατόν – η αξία του χρήματος, την αξία του συναισθήματος. Φάε μικρό Μαράκι το γλυκό της καλής γειτόνισσας, έτσι πρέπει να κάνουν τα καλά κορίτσια.
Και το αποκορύφωμα;
Ο – ας τον πούμε – Κώστας είναι σε σχέση 2-3-4 χρόνια με την – ας την πούμε – Μαρία. Την αγαπά, τη φροντίζει, αλλά μια μέρα, έτσι «άναρχα», ερωτεύεται την – ας την πούμε – Στέλλα. Η καλή μας ανατροφή, η τόσο τέλεια σιδερωμένη κοινωνία, ο αναμάρτητος κοινωνικός περίγυρος, προστάζουν τον Κώστα να μη χαλάσει μια σχέση 2-3-4 χρόνων για ένα «καπρίτσιο», γιατί όλοι αυτοί ξέρουν πολύ καλύτερα και πώς νιώθει και πώς ΠΡΕΠΕΙ αναγκαστικά να νιώσει. Αντίο ενοχλητική Στέλλα, πήγαινε κούνα την ουρά σου αλλού, όχι στη «σχέση ζωής» του Κώστα. Κι εσύ άμυαλε Κώστα, κάτσε να ξαναερωτευτείς και να ξαναπαθιαστείς με το Μαράκι σου που σε αγαπάει. «Παλιοκρετίνε», ήθελες περιπετειούλες.
Όλα αυτά κι ακόμη περισσότερα, είναι κάποια παραδείγματα εκβιαστικής πραγματικότητας. Τα θέλω δεν υπάρχουν, τα πρέπει και τα είθισται δίνουν και παίρνουν κι η καλοστημένη βολική πραγματικότητα πήρε το θρόνο της με τεράστια διαφορά. Ο εσωτερικός μας κόσμος, τα όνειρά μας κατάντησαν «γελοία» υπερρεαλιστικά ποιήματα του ξεχασμένου μεγάλου Ελύτη μας.
Αναγκασμένοι να υπακούμε κι αγανακτισμένοι από οργή. Επαναστάτες του facebook και γαλουχημένοι όπως θα ήθελαν, αυτοί οι άθλιοι που μας έφεραν σ’ αυτήν την κατάσταση. Κανονικά ρομπότ. Εδώ κάπου, βάζουμε ένα φρένο.
Αν ακούς – έστω μια φορά στο τόσο – Led Zeppelin, βάλε Whole Lotta Love στο τέρμα και νιώσε τη μελωδική κραυγή, ως κίνημα επανάστασης. Ξεκίνα έτσι, δειλά και με σταθερά βήματα, κάποια στιγμή θα καταφέρεις να πάρεις τη ζωή σου – όσο είναι αυτό δυνατό – στα χέρια σου.
Αναρχία στο συναίσθημα. Αγάπα όσο μπορείς, χωρίς μέτρο, ξέχνα τα λόγια του κόσμου, βοήθα γιατί το θέλεις, χωρίς αντάλλαγμα. Κάνε όποιες κι όσες σχέσεις θέλεις κι όχι αυτές που εγκρίνει ο περίγυρος. Γέλα όσο θέλεις κι όπως θέλεις, κλάψε όταν θέλεις. Υπάρχει μόνο το σήμερα. Το αύριο και το κάποτε που έχεις στο μυαλό σου, δε θα έρθουν ποτέ. Θα φύγουν τόσο μακριά, που δε θα θυμάσαι πλέον ούτε την αίσθηση.